Στίχοι 659-840
Οι αγγελιαφόροι ανήκουν στα δευτερεύοντα πρόσωπα της τραγωδίας. Ρόλος τους είναι να μεταφέρουν ειδήσεις και να περιγράφουν γεγονότα που δεν είναι γνωστά στους θεατές, γιατί συνέβησαν εκτός σκηνής. Προέρχονται κατά κανόνα από χαμηλά κοινωνικά στρώματα και συνήθως είναι ανώνυμοι. Η χαμηλή κοινωνική τάξη συνεπάγεται έλλειψη παιδείας, πράγμα που σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί παραμένουν προσηλωμένοι σε αυτό που βλέπουν και ακούνε χωρίς να το αναλύουν ή να εμβαθύνουν σε αυτό.
Ο Αγγελιαφόρος στην Ελένη
1) Η παράσταση μιας αρχαίας τραγωδίας χαρακτηρίζεται από ενότητα τόπου (υπάρχει ένα στατικό σκηνικό), ενότητα χρόνου (η δράση διαρκεί μία ημέρα) και ενότητα μύθου (μία ενιαία υπόθεση). Βέβαια στην πραγματικότητα τόσο ο χρόνος όσο και ο τόπος διευρύνονται από τα διαφορετικά γεγονότα που διαδραματίζονται και εκτός σκηνής. Αυτά, λοιπόν, καλύπτονται από τον Αγγελιαφόρο που με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζει την ενότητα τόπου – χρόνου – μύθου κι απαλλάσσει την τραγωδία από τη θεατρική στατικότητα.
2) Από άποψη θεατρική ο ρόλος του Αγγελιαφόρου είναι σημαντικός, γιατί υποδύεται περισσότερα από ένα πρόσωπα, αφού μεταφέρει γεγονότα με διαφορετικούς πρωταγωνιστές, τους οποίους πρέπει να αναπαριστά όχι μόνο μιμούμενος τη φωνή τους αλλά αναδεικνύοντας και τα συναισθήματά τους.
3) Εδώ ο Αγγελιαφόρος δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο αλλά είναι και σύντροφος του Μενέλαου στον Τρωικό πόλεμο και υπηρέτης του πρωταγωνιστικού ζεύγους, με το οποίο συνδέεται με αισθήματα συμπάθειας και φιλίας. Έτσι εξηγείται γιατί δεν αποχωρεί από την σκηνή αμέσως μετά τη ρήση του (δηλ. την αφήγησή του), όπως συνήθως συμβαίνει. Δεν πρόκειται, επομένως, για έναν τυπικό αγγελιαφόρο, αφού ο γέροντας παρεμβαίνει στη δράση, ρωτά για τα γεγονότα και διατυπώνει την άποψή του για αυτά. Αυτό σημαίνει ότι υπερβαίνει όλους τους ρόλους του, γίνεται πρόσωπο τραγικότερο από ό,τι συνηθίζεται σε μία τραγωδία. Ταυτόχρονα είναι ένας από τους θεατές, αφού εκφράζει τις βαθύτερες σκέψεις και τους προβληματισμούς τους, αλλά μιλάει και εξ ονόματος του Ευριπίδη, αφού απηχεί τις προσωπικές ιδέες του.
4) Ο Αγγελιαφόρος λειτουργεί ως από μηχανής θεός, αφού εμφανίζεται απροσδόκητα - τεχνική εξαιρετικά δημοφιλής στον Ευριπίδη – και αλλάζει εντελώς την υπάρχουσα αδιέξοδη κατάσταση με την πληροφορία που μεταφέρει. Συμβάλλει, συνεπώς, καταλυτικά στην αναγνώριση : ανακοινώνει το θαύμα που αποκαθιστά την τιμή και την αξιοπρέπεια της Ελένης και επιπλέον θέτει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τον πόλεμο, την ανθρώπινη ευπιστία και τους θεούς, ακόμη και τους μάντεις.
5) Τα σχόλια του αποδυναμώνουν την ένταση του σκηνικού της αναγνώρισης με τον ακόλουθο τρόπο : μετά την αναγνώριση οι ήρωες είναι τόσο συναισθηματικά φορτισμένοι που δεν μπορούν να σκεφτούν ή να ασχοληθούν με τίποτα άλλο. Αν δεν υπήρχε ο Αγγελιαφόρος, κεντρικό σημείο αναφοράς και κορύφωση του δράματος θα ήταν η αναγνώριση. Όμως οι προβληματισμοί του γέροντα υπηρέτη της αποδίδουν άλλες διαστάσεις, δηλαδή την εντάσσουν μέσα στο γενικότερο μύθο μειώνοντας τη σημασία της.
6) Ο Αγγελιαφόρος παίρνει το λόγο 3 φορές ανοίγοντας και κλείνοντας το κεντρικό θέμα αυτού του επεισοδίου, την αναγνώριση. Ο πρώτος μονόλογος (στ. 659-686) είναι μια τυπική αγγελική ρήση, με την οποία αρχικά ανακοινώνεται σύντομα η είδηση και στη συνέχεια γίνεται λεπτομερής περιγραφή της. Εδώ κυριαρχεί ο φόβος και το δέος. Ο δεύτερος (στ. 786-810) είναι ένας τυπικός μονόλογος που κλείνει κυκλικά την σκηνή της αναγνώρισης. Εδώ συναντούμε τους προβληματισμούς του Αγγελιαφόρου για το δυσερμήνευτο της θεϊκής βούλησης και την πνευματική ελευθερία του ανθρώπου. Στον τρίτο μονόλογο (στ. 822-837) ο Αγγελιαφόρος ως φιλόσοφος μιλά για την ανθρώπινη ευπιστία.
Ο Χορός
Η Κορυφαία απευθύνει το λόγο στους ήρωες μόνον τρεις φορές και αυτό συμβαίνει για λόγους δραματικής σκοπιμότητας :
1) Την πρώτη φορά διακόπτει το ευτυχισμένο τραγούδι των δύο ηρώων για να περάσουν σε άλλο θέμα, στην αφήγηση του παρελθόντος.
2) Τη δεύτερη φορά οριοθετεί το τέλος του αμοιβαίου άσματος ώστε να αρχίσει ο διάλογος με τον υπηρέτη.
3) Την τρίτη φορά η Κορυφαία δηλώνει σύμφωνη με τα λόγια του Γέροντα κι έτσι κλείνει τη δεύτερη σκηνή του Επεισοδίου.
Η Αναγνώριση
Η αναγνώριση πραγματοποιείται με την άρση της αντίθεσης φαίνεσθαι – είναι. Η αλήθεια αποκαλύπτεται και για τους δύο ήρωες που αποκτούν πλέον την πραγματική τους ταυτότητα. Βέβαια η ταύτιση είναι και φαίνεσθαι αναφέρεται μόνο στην Ελένη, αφού η ταυτότητα του Μενέλαου έχει ήδη ξεκαθαριστεί. Η περίπτωση της Ελένης είναι προβληματική και γι΄ αυτό η αποκάλυψη της ταυτότητάς της γίνεται κλιμακωτά σε τρεις φάσεις σα να πρόκειται για τελετουργία. Πρώτα μιλά το είδωλο που αποκαθιστά την Ελένη ρητά και κατηγορηματικά. Στη συνέχεια ακολουθεί ο Μενέλαος αλλά με τρόπο έμμεσο (ο Πάρης φέρει την ευθύνη για όλα) και τελευταίος έρχεται ο Αγγελιαφόρος που επίσης έμμεσα αποκαθιστά την τιμή της Ελένης μιλώντας για τις βουλές της τύχης. Επομένως, για το γέροντα και το Μενέλαο υπάρχουν πιθανότατα ακόμη αμφιβολίες που όμως δικαιολογούνται από το μέγεθος της πλάνης στην οποία ζούσαν μέχρι τώρα. Μήπως άλλωστε και σε μας δεν υπάρχει ακόμη ένα ερωτηματικό για την αλήθεια και το ψέμα της Ελένης;
Η μετάβαση από το φαίνεσθαι στο είναι, από την άγνοια στη γνώση δε γίνεται με τη συνήθη τυπική διαδικασία των σημαδιών, αλλά είναι περισσότερο μια εγκεφαλική διεργασία στηριγμένη σε λογικά στοιχεία. Στην πραγματικότητα έχουμε μια πρώτη αναγνώριση που κατέληξε σε αδιέξοδο και μία δεύτερη που ολοκληρώθηκε σε ελάχιστο χρόνο χάρη στο θαύμα που έγινε. Γι΄ αυτούς τους λόγους η δεύτερη αναγνώριση είναι σχετικά χαλαρή όπως και τα συναισθήματα τόσο των ηρώων όσο και των θεατών. Έτσι η Ελένη δε δείχνει να διακατέχεται από εκρηκτική χαρά, αλλά να δοκιμάζει ένα είδος ψυχικής γαλήνης που οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει πλέον το προηγούμενο αδιέξοδο που την είχε ρίξει στην απελπισία. Αλλά κι ο Μενέλαος δεν αναγνώρισε τη γυναίκα του με την καρδιά του, μέσα από αναμνήσεις και συναισθήματα αλλά με τη βοήθεια της λογικής. Η αναγνώριση, λοιπόν, δεν είναι μια συναισθηματική διαδικασία αλλά ένα διανοητικό παιχνίδι.
Η αναδρομή στο παρελθόν είναι πάντα απαραίτητη σε μία αναγνώριση για να τη συνδέει με τον υπόλοιπο μύθο. Εδώ είναι απαραίτητη και για έναν ακόμη λόγο : ο Μενέλαος αναγνώρισε την Ελένη αλλά διατηρεί ακόμη κάποιες αμφιβολίες. Δεν έχει αμφιβολίες για την ταυτότητα της γυναίκας του αλλά θέλει αποδείξεις για την αγνότητα και την πίστη της. Κι ενώ η Ελένη αρνείται να επαναλάβει τις περιπέτειες του παρελθόντος, λυγίζει μπροστά στην επιμονή του Μενέλαου. Με την αναδρομή στο παρελθόν η χαρά μετατρέπεται σε πίκρα, πόνο και ενοχή για όσα έγιναν και δεν μπορούν να αλλάξουν. Μέσα όμως από αυτή την αναδρομή ο Μενέλαος ανακτά τη χαμένη αυτοπεποίθησή του και δηλώνει την αποφασιστικότητά του να αγωνιστεί. Παράλληλα η στάση του Χορού και η γεμάτη επιφυλακτικότητα συμπεριφορά της Κορυφαίας προοικονομεί την εξέλιξη του μύθου και ενθαρρύνει το Μενέλαο στην απόφασή του για δράση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου