Ο Αχιλλέας πηγαίνει στην παραλία (γνωστή η σχέση των Ελλήνων με τη θάλασσα) μόνος του και κλαίγοντας απευθύνει ικεσία στη θεά - μητέρα του. Δύο λέξεις τονίζονται εδώ με ιδιαίτερη έμφαση : έκλαιγε μόνος. Το ρ. έκλαιγε δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει. Ο Αχιλλέας - όπως φάνηκε και στη διένεξή του με τον Αγαμέμνονα – είναι ιδιαίτερα παρορμητικός και αφήνει τα έντονα συναισθήματά του να τον κατακλύζουν σε όλες του τις αντιδράσεις. Η έκφραση των συναισθημάτων του δεν μειώνει καθόλου την αρρενωπότητά του, αντιθέτως συμπληρώνει την εικόνα ενός ήρωα που βιώνει τα πάντα στο μέγιστο βαθμό. Ακόμη και το κλάμα υπακούει στον ίδιο ηθικό κώδικα που καθορίζει τη συνολική συμπεριφορά του επικού ήρωα. Ο Αχιλλέας μπορεί να οργίζεται, να χαίρεται ή να θρηνεί όσο έντονα θέλει. Έπειτα το μόνος δηλώνει την απόλυτη μοναξιά του ήρωα που επιλέγει να είναι διαφορετικός από τους άλλους, αυτούς που με την παθητικότητα και την αδράνειά τους ουσιαστικά εγκατέλειψαν τον Αχιλλέα και τον οδήγησαν στη φυγή. Εξάλλου, ο ήρωας επιλέγει τη μοναξιά, γιατί πρόκειται να προσευχηθεί και χρειάζεται απόλυτη ηρεμία. Γιατί στην ακρογιαλιά; Ο Αχιλλέας θα απευθυνθεί στη μητέρα του Θέτιδα που είναι θαλάσσια θεότητα. Στην αρχή της προσευχής του ο Αχιλλέας αναφέρεται στον πρόωρο θάνατό του. Είναι γνώστης της σύντομης ζωής του, αλλά δε γνωρίζει πότε ακριβώς θα συμβεί αυτό. Το χρησιμοποιεί όμως για να θέσει το ζήτημα της τιμής ως αντιστάθμισμα της ολιγόχρονης ζωής του και να εκφράσει το παράπονό του ότι όχι μόνο δεν έλαβε καμία τιμή από το Δία, αλλά ατιμάστηκε από τον Αγαμέμνονα (η αναφορά στο Δία λειτουργεί και ως προοικονομία του αιτήματος που θα απευθύνει ο ήρωας μέσω της Θέτιδας στο θεό). Η Θέτιδα δεν αντέχει στο παράπονο του γιου της και ανεβαίνει από τα βάθη της θάλασσας μέσα σε ομίχλη, για να του συμπαρασταθεί. Η επιφάνεια της θεάς θυμίζει ατμόσφαιρα παραμυθιού. Αν και γνωρίζει τα πάντα ως θεά, ζητάει από το γιο της να της πει το λόγο της θλίψης του. Εδώ η θεά λειτουργεί ως μάνα που ενδιαφέρεται για το παιδί της και του δίνει την ευκαιρία να εκφράσει στο δικό του άνθρωπο το παράπονό του. Απαντώντας στο ερώτημα της μητέρας του ο Αχιλλέας αρχίζει να αναδιηγείται όσα συνέβησαν. Η αναδιήγηση αυτή δεν είναι περιττή, αντιθέτως επιβάλλεται για τους ακόλουθους λόγους : 1) Μέσα από την παρουσίαση του πόνου του ο Αχιλλέας θα εξασφαλίσει την κατανόηση και τη συμπαράσταση της μητέρας του, 2) η σύγκρουση Αχιλλέα-Αγαμέμνονα συνδέεται με την αρχική πηγή της που είναι το επεισόδιο με την ικεσία του Χρύση, 3) προλειαίνεται το έδαφος για το αίτημα του Αχιλλέα που θα προκύψει ως φυσική συνέχεια του πόνου του Αχιλλέα (έτσι όπως περιγράφεται από τον ίδιο μόνο η προσωπική προσβολή που υφίσταται και η αδικία που του γίνεται, το αίτημα θα ακουστεί σαν απόλυτα δικαιολογημένο) και 4) η αναδιήγηση λειτουργεί και ως επιβράδυνση που εντείνει την αγωνία των αναγνωστών, καθώς καθυστερεί η διατύπωση του αιτήματος από τον ήρωα. Σημειώνουμε εδώ ότι η αναδιήγηση του Αχιλλέα είναι επιλεκτική : ο ήρωας εστιάζει στην ύβρη του Αγαμέμνονα απέναντι στο Χρύση, στη δική του πρόταση να εξευμενιστεί ο Απόλλωνας (υπαινισσόμενος την ανεύθυνη και υβριστική συμπεριφορά του Αγαμέμνονα) και στην άδικη προσβολή του ίδιου από τον Αγαμέμνονα. Αντιθέτως αποσιωπά τη δική του άπρεπη συμπεριφορά προς τον Αγαμέμνονα, την σκέψη του να τον σκοτώσει, αλλά και τις παρεμβάσεις Αθηνάς και Νέστορα. Η στάση του αυτή δικαιολογείται ως εξής : Με τον τρόπο αυτό τονίζει στη μητέρα του τον πόνο που του έχει προκαλέσει η προσβεβλημένη του τιμή και ταυτόχρονα δικαιολογεί το θυμό του και το αίτημα που πρόκειται να διατυπώσει. Ένα άλλο εκφραστικό μέσο που χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει το αίτημά του είναι η αναλογία με το επεισόδιο του Χρύση : η ύβρη του Αγαμέμνονα προς τον ιερέα τιμωρήθηκε με την παρέμβαση του Απόλλωνα που οδήγησε στην ικανοποίηση του Χρύση. Κατ΄ αναλογία, λοιπόν, και ο Αχιλλέας περιμένει ικανοποίηση για την προσβολή που του έγινε. Έξυπνη η τακτική του ήρωα : ξεκινάει απευθυνόμενος στο συναίσθημα της μητέρας του και ολοκληρώνει με ένα πιο ορθολογικό επιχείρημα με την αναφορά στην περίπτωση του Χρύση.
Ο Αχιλλέας προχωρά στη διατύπωση του αιτήματός του : ζητά από τη Θέτιδα να ικετέψει το Δία να βοηθήσει τους Τρώες εις βάρος των Αχαιών στριμώχνοντας τους τελευταίους στα πλοία τους, έτσι ώστε να αναγνωρίσουν την αξία του ήρωα και να τον δικαιώσουν. Γιατί όμως ο Αχιλλέας δεν αρκείται στην αποχώρηση από το πεδίο της μάχης; Γιατί αυτό δε συνεπάγεται και την αναγνώρισή του. Πρέπει να δημιουργηθεί μία κατάσταση, μέσα από την οποία οι Αχαιοί θα δικαιώσουν τον Αχιλλέα και θα τον αναζητήσουν ως αναγκαίο. Δεν είναι, λοιπόν, η καταστροφή του στρατού που επιδιώκει ο Αχιλλέας, αλλά η συνειδητοποίηση από μέρους των Αχαιών της αξίας του. Με τον πληθυντικό να χαρούν το βασιλιά τους όλοι (στ. 411) ο ήρωας επαναλαμβάνει με πικρία ότι εξακολουθεί να θεωρεί όλους τους Αχαιούς συμμέτοχους στην προσβολή που του έγινε. Ο Αχιλλέας στηρίζει το αίτημά του στα ακόλουθα δύο σημεία : 1) δικαιούται την τιμή ως αντιστάθμισμα της σύντομης ζωής του και 2) η προσβολή που του έγινε από τον Αγαμέμνονα είναι άδικη και ατιμώρητη (σε αντίθεση με την προσβολή που έγινε στο Χρύση). Μπορούμε να δικαιολογήσουμε και να κατανοήσουμε το αίτημα του Αχιλλέα με τα δεδομένα της εποχής του; Ασφαλώς ναι, αν λάβουμε υπόψη πόσο σημαντικό ρόλο έπαιζε η προσωπική τιμή στη ζωή των ηρώων, δηλ. η πολεμική ανδρεία και η ηθική και υλική αναγνώριση/ανταμοιβή της. Για τον Αχιλλέα λειτουργεί ένας βασικός παράγοντας ακόμη : ότι συμμετέχει σε αυτή την εκστρατεία χωρίς να δεσμεύεται από κανέναν όρκο. Η συμμετοχή του αποτελεί προσωπική επιλογή και όχι συμβολή στο γενικό καλό (από την στιγμή μάλιστα που κανείς τότε δεν μπορούσε να μιλά για εθνική ενότητα ή εθνικές υποθέσεις). Εξάλλου, η Τρωική εκστρατεία ξεκίνησε ως οικογενειακή υπόθεση και συγκεκριμένα ως ζήτημα οικογενειακής τιμής των Ατρειδών.
Η διατύπωση του αιτήματος καθυστερεί με την παρεμβολή της διήγησης για τη χάρη που ο Δίας χρωστά στη Θέτιδα. Εδώ έχουμε επιβράδυνση, με την οποία εντείνεται η αγωνία των αναγνωστών κι επιπλέον δημιουργείται μία οικογενειακή ατμόσφαιρα με τις εικόνες από την παιδική ηλικία του ήρωα στη Φθία. Η εικόνα αυτή παραπέμπει σε σκηνές ειρηνικής ζωής κι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πολεμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο κινούνται οι πρωταγωνιστές. Επιπλέον, συμπληρώνει, την ανθρώπινη πλευρά του ήρωα. Η Θέτιδα ανταποκρίνεται θετικά στο αίτημα του Αχιλλέα επαναλαμβάνοντας το θέμα του πρόωρου θανάτου του. Όμως εκείνη προτείνει ως αντιστάθμισμα της σύντομης ζωής να ζει άλυπος κι αδάκρυτος. Δηλαδή η Θέτιδα δε μένει στην προσβολή που έγινε στο γιο της, αλλά σ΄ αυτό που προκάλεσε αυτή η προσβολή, δηλ. τον πόνο και τη θλίψη. Ακολουθεί μια ακόμη επιβράδυνση με την απουσία του Δία και των υπόλοιπων θεών στη χώρα των Αιθιόπων, με την οποία εντείνεται η αγωνία του ήρωα και των αναγνωστών, αποκτά μεγαλύτερη διάρκεια ο θυμός του Αχιλλέα και μεγεθύνεται η πικρία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου