Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Ιλιάδα, Ραψωδία Χ 247-394


Η πανούργα Αθηνά με τη μορφή του Διήφοβου παρακινεί τον Έκτορα να μονομαχήσει με τον Αχιλλέα κι ο Έκτορας πείθεται έχοντας εμπιστοσύνη στη βοήθεια του αδελφού του. Η μονομαχία που πρόκειται ν’ ακολουθήσει, αποτελεί μια τυπική μονομαχία με συγκεκριμένη δομή : προηγείται ένας αγώνας λόγου, ο οποίος όμως δεν παρουσιάζει το σύνηθες περιεχόμενο τέτοιων αγώνων, αλλά παρεκκλίνει σημαντικά. Συνήθως ένας προ-μονομαχίας αγώνας λόγων περιελάμβανε προκλητικές και κοροϊδευτικές εκφράσεις ή εγωπαθείς καυχησιολογίες με στόχο την πρόκληση πανικού στον αντίπαλο. Εδώ όμως παρατηρούνται τα εξής : ο Έκτορας αποφεύγει κάθε καυχησιολογία και αφού παραδεχτεί την προηγούμενη δειλία του, διαβεβαιώνει τον Αχιλλέα ότι τώρα είναι πλέον έτοιμος να τον αντιμετωπίσει για να νικήσει ή να νικηθεί. Βεβαίως, ο Έκτορας αντλεί το κουράγιο του από την ασφάλεια που του παρέχει η υποθετική (=απατηλή) παρουσία του Διήφοβου. Στη συνέχεια προτείνει στον Αχιλλέα συμφωνία για ευγενική μεταχείριση του νεκρού σώματος του ηττημένου από το νικητή (αφού προηγηθεί σκύλευση) και παράδοσή του προς ενταφιασμό. Αξιοπρεπής η δήλωση του Έκτορα, όμως και πάλι πέφτει στην πλάνη να πει ότι μπορεί με τη βοήθεια του Δία να είναι ο ίδιος νικητής της μονομαχίας. Ειρωνεία (μια και ο αναγνώστης/ακροατής γνωρίζει ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί), αλλά και διαίσθηση του ήρωα για τα όσα του επιφυλάσσει η μοίρα. Μήπως για το δικό του σώμα φροντίζει προβλέποντας την κακοποίηση που θα υποστεί και γι’ αυτό προτείνει στον Αχιλλέα συμφωνία;
Η αντίδραση του Αχιλλέα αναμενόμενη, καθώς ο ήρωας σκέφτεται και ενεργεί καθοδηγούμενος απ’ τα συναισθήματά του. Απορρίπτει οποιαδήποτε συμφωνία δηλώνοντας έμμεσα με το επίθετο «μισητός», με το οποίο προσφωνεί τον Έκτορα και την εικόνα (≈ σχήμα αδυνάτου) που χρησιμοποιεί, τους λόγους της άρνησής του. Ο ένας από τους δύο πρέπει να πληρώσει με το αίμα του, γιατί η έχθρα ανάμεσά τους είναι άσπονδη, όπως ανάμεσα σε λιοντάρι και άνθρωπο ή λύκο και αρνί. Αφού αυτά τα τελευταία δεν πρόκειται ποτέ να μονοιάσουν, το ίδιο θα γίνει και με τους δύο ήρωες. Όμως ο Αχιλλέας δε διευκρινίζει ποιος απ’ τους δύο είναι ο λύκος/λιοντάρι και ποιος ο άνθρωπος/αρνί. Μετά την άρνησή του ο Αχιλλέας καλεί τον Έκτορα να δείξει όλη του την ανδρεία και γενναιότητα στη μάχη που θα ακολουθήσει, γιατί όσο πιο γενναίος ο αντίπαλος τόσο πιο ένδοξη η νίκη. Ο Αχιλλέας ολοκληρώνει το λόγο του προλέγοντας ουσιαστικά το θάνατο του Έκτορα, αλλά με τη βοήθεια της Αθηνάς. Στόχος του δεν είναι απλώς ή μόνον να τρομάξει τον αντίπαλο, αλλά και να αποκαλύψει την σκληρή αλήθεια (σκληρή και για τον ίδιο) της συμμαχίας με τους θεούς. Επιπλέον δηλώνει στον Έκτορα ότι ο θάνατός του θα είναι το τίμημα για το θάνατο τόσων συντρόφων του Αχιλλέα. Με την πρόταση, λοιπόν, του Έκτορα και την άρνηση του Αχιλλέα και τις σκληρές δηλώσεις του προοικονομείται ο τραγικός από κάθε άποψη θάνατος του Έκτορα. Ακολουθεί η μονομαχία των δύο ηρώων που ξεκινάει με τη βολή ακοντίου από τον Αχιλλέα. Ο τελευταίος αστοχεί κι αυτό δίνει θάρρος στον Έκτορα που σπεύδει να θριαμβολογήσει περιπαίζοντας τον Αχιλλέα για τις «ψεύτικες» καυχησιές του που – κατά τον Έκτορα – στοχεύουν αποκλειστικά στην τρομοκράτηση του αντιπάλου.Όμως η αστοχία του Αχιλλέα προκαλεί όχι δειλία αλλά την επανάληψη εκ μέρους του Έκτορα της απόφασής του να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο τον αντίπαλό του χωρίς να του δώσει την ευκαιρία να του μπήξει το κοντάρι του στην πλάτη. Αντιθέτως ελπίζει στην ευστοχία της δικής του βολής, για ν’ απαλλάξει τους Τρώες (=απάντηση του Έκτορα στο αντίστοιχο σχόλιο του Αχιλλέα) απ’ τη θανάσιμη απειλή του Αχιλλέα. Πίσω όμως απ’ τις ελπίδες του Έκτορα η πλάνη καραδοκεί. Γιατί γνωρίζουμε ως αναγνώστες/ακροατές ότι το θέλημα των θεών είναι η νίκη του Αχιλλέα (άλλωστε η θεά φρόντισε κρυφά να επιστρέψει μετά την άστοχη βολή το κοντάρι στον ήρωα) κι επομένως ο Αχιλλέας δεν ψεύδεται ούτε περιαυτολογεί ανούσια. Όπως επίσης γνωρίζουμε ότι ο Έκτορας δε θα έχει ποτέ την ευκαιρία ν’ απαλλάξει τους δυστυχισμένους Τρώες απ’ την παρουσία του Αχαιού ήρωα, γιατί πολύ απλά δε θα προλάβει. Αναμφισβήτητη προβάλλει η τραγικότητα του Έκτορα που σκέφτεται και δρα μέσα στην άγνοια (εντονότατη η ειρωνεία σε όλα αυτά τα σημεία του λόγου του).
Ακολουθεί η βολή του Έκτορα που πετυχαίνει την ασπίδα του Αχιλλέα και τινάζει το ακόντιό του μακριά. Ο Έκτορας χολωμένος με την απώλεια του ακοντίου αναζητάει τη βοήθεια του Διήφοβου κι όταν δεν παίρνει απάντηση, αντιλαμβάνεται την απάτη/παγίδα της θεάς. Οικτίρει, λοιπόν, τη μοίρα του επιβεβαιώνοντας το ενδεχόμενο του θανάτου του, καθώς διαπιστώνει πλέον την εγκατάλειψή του απ’ τους θεούς που τον προστάτευαν. Τι γίνεται αυτή την κρίσιμη στιγμή που δρα καταλυτικά στην ψυχολογία του ήρωα; Ο Έκτορας συνειδητοποιεί το αναπόφευκτο του θανάτου του, αποκτά επιτέλους επίγνωση της τραγικής μοίρας του και μέσα από αυτή τη διαδικασία λυτρώνεται. Μέχρι τώρα ο Έκτορας αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στο φόβο και την ελπίδα, τη δειλία και το θράσσος, την αγωνία και τη βεβαιότητα. Η άγνοια μέσα στην οποία ζούσε, τον εμπόδιζε να συνειδητοποιήσει το τραγικό της μοίρας του, δηλ. την αλήθεια ότι ο θάνατος του Πάτροκλου είναι συνδεδεμένος άμεσα με το δικό του θάνατο. Και βέβαια ήταν οι θεοί αυτοί που με τα παιχνίδια τους και τις συνωμοσίες τους τροφοδότησαν αυτή την πλάνη. Τώρα όμως με την αποκάλυψη της αλήθειας ο Έκτορας έρχεται αντιμέτωπος με τη δική του προσωπική αλήθεια κι αυτό τον λυτρώνει. Απελευθερώνεται από τις αγωνίες του, τους φόβους του, τις υπερβολικές ελπίδες του κι αποδέχεται το μοιραίο. Αυτή η αποδοχή του επιτρέπει πλέον να συμπεριφέρεται και να λειτουργεί με απόλυτη ελευθερία, άρα αληθινά και γνήσια. Εξάλλου, τραγικός ήρωας σημαίνει αληθινός ήρωας. Η απόφαση στην οποία καταλήγει είναι τόσο λυτρωτική όσο και εξαιρετικά τιμητική για τον ίδιο : είναι πια ελεύθερος να αγωνιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίσει τη δόξα και την υστεροφημία. Και τι ωραιότερο για έναν ήρωα του μεγέθους του Έκτορα; Μεγάλη η τιμή που του χαρίζει ο ποιητής, καθώς πλησιάζει το τέλος. Ο Έκτορας θα πεθάνει από το χέρι του Αχιλλέα όπως θέλουν οι θεοί αλλά τιμημένα κι ένδοξα όπως υπαγορεύει το ηρωικό ιδεώδες. Και μάλιστα με τον ίδιο τρόπο που λίγο αργότερα ενσυνείδητα θα πεθάνει κι ο μεγάλος αντίπαλός του, ο Αχιλλέας. Και οι δύο βαδίζουν προς το θάνατο με απόλυτη επίγνωση της μοίρας τους, και οι δύο γνήσιοι και αυθεντικοί ήρωες μέσα στην τραγικότητά τους.
Ταυτόχρονα με τη συνειδητοποίηση της μοίρας του ο Έκτορας σέρνει το ξίφος του και χύνεται σαν αετός (κι όχι πλέον σαν περιστερά που καταδιώκεται) αλλά μέσα σε μαύρα σύννεφα, δηλαδή αετός καταδικασμένος σε θάνατο. Ο θάνατός του προοικονομείται με διπλό τρόπο : από την σκοπιά του ηττημένου, αλλά κι από την σκοπιά του νικητή. Την εικόνα του αετού διαδέχεται μια εικόνα φωτεινή, εκείνη της λόγχης του Αχιλλέα που λάμπει όπως ο αποσπερίτης. Έτσι με τις δύο αντιθετικές παρομοιώσεις δεν εξασφαλίζεται μόνο παραστατικότητα αλλά προοικονομείται και ο θάνατος του Έκτορα. Ο Αχιλλέας αποκρούει το χτύπημα του Έκτορα με τη βοήθεια της ασπίδας του και αναζητά το ευάλωτο σημείο στο σώμα του αντιπάλου του, για να του καταφέρει το θανάσιμο χτύπημα. Άλλωστε ο Έκτορας φοράει την πανοπλία του Αχιλλέα, την οποία ο τελευταίος γνωρίζει με κάθε λεπτομέρεια. Ο Αχιλλέας εντοπίζει το αδύνατο σημείο, εκεί όπου συνδέεται ο λαιμός με τον ώμο και σημαδεύει με το κοντάρι του. Το χτύπημα στέφεται με απόλυτη επιτυχία, αλλά δεν επιφέρει τον ακαριαίο θάνατο. Ο ποιητής προκειμένου να υπηρετήσει την οικονομία του έργου φροντίζει ώστε ο θανάσιμα τραυματισμένος ήρωας να διατηρήσει για λίγο ακόμη τη φωνή του. Ο Αχιλλέας καυχιέται πάνω στον τραυματισμένο αντίπαλό του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αγγίζει την ύβρη και του ανακοινώνει ότι σε αντίθεση με τον Πάτροκλο το δικό του σώμα θα υποστεί ανάρμοστη κακοποίηση. Ο Έκτορας τον ικετεύει στο όνομα των γονέων του να δεχτεί τα δώρα των δικών του και να παραδώσει το σώμα του προκειμένου να τοποθετηθεί στην πυρά. Αλλά και πάλι ο Αχιλλέας με χαρακτηρισμούς σκληρούς διατυπώνει με διπλή υπερβολή την άρνησή του : 1) θα προτιμούσε να έκοβε σε κομμάτια και να κατασπάραζε το σώμα του μισητού εχθρού του και 2) δεν πρόκειται να δεχτεί καμία εξαγορά από τον Πρίαμο, ακόμη κι αν αυτή είναι εικοσαπλάσια από αυτήν που τώρα του προσφέρεται. Τα αγρίμια είναι αυτά που θα απολαύσουν το σώμα του νεκρού και όχι η νεκρική του κλίνη. Ο Έκτορας παίρνει για δεύτερη φορά το λόγο. Έχοντας πια αποδεχτεί τη μοίρα του προβλέπει το θάνατο του Αχιλλέα από τον Πάρη και το σύμμαχό του Απόλλωνα με την προφητική ικανότητα που διαθέτει ως ετοιμοθάνατος. Με αυτόν τον τελευταίο λόγο ξεψυχάει  (και μάλιστα αποκαλώντας τον Αχιλλέα «εξαίσιο πολέμαρχο», πράγμα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τους σκληρούς χαρακτηρισμούς του Αχιλλέα για τον Έκτορα). Ο Αχιλλέας αποδέχεται ήρεμα την προφητεία, μια και ο ίδιος γνωρίζει ήδη ότι ο θάνατος του Έκτορα είναι άμεσα συνδεδεμένος με το δικό του. Ακολουθεί η σκύλευση του νεκρού και ένα πλήθος Αχαιών ορμά, για να κατατρυπήσει το άψυχο σώμα. Πριν το κάνουν όμως αυτό οι Αχαιοί, θαυμάζουν την ομορφιά και το ανάστημα του Έκτορα σχολιάζοντας την τωρινή του κατάσταση. Τόσο το σκηνικό αυτό όσο και η όλη συμπεριφορά του Έκτορα απέναντι στον Αχιλλέα που χαρακτηρίζεται από αξιοπρέπεια και ανδρεία υποδηλώνουν την τιμητική διάθεση του Ομήρου απέναντι στον ήρωα. Είναι εμφανές ότι ο Όμηρος θέλει να παρουσιάσει τον ήρωα μεγαλειώδη ακόμη και στο θάνατό του. Ο Έκτορας δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τον Αχιλλέα, αφού οι αντίπαλοι ακόμη και νεκρό τον φοβούνται και τον καμαρώνουν. Ακόμη και ο Αχιλλέας αναγνωρίζει την αξία του Έκτορα λέγοντας ότι προξένησε στους Αχαιούς μεγαλύτερο κακό από ό,τι όλοι οι Τρώες μαζί. Η επόμενη σκέψη του Αχιλλέα είναι και η πιο συνετή από άποψη στρατηγικής : να επιτεθούν άμεσα στους Τρώες. Όμως η σκέψη αυτή δε γίνεται πράξη, καθώς τον Αχιλλέα σταματά η θύμηση του νεκρού Πάτροκλου που παραμένει άταφος.
Παραμένει μία εκκρεμότητα μόνο σχετική με την επέμβαση της θεάς : μήπως η συνδρομή της στο θάνατο του Έκτορα υποβαθμίζει την αξία του Αχιλλέα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι χωρίς τη βοήθειά της ο ήρωας δε θα πετύχαινε τον στόχο του; Στην πραγματικότητα η συμβολή της θεάς είναι σχεδόν ασήμαντη και όχι μόνο δε μειώνει την αξία του Αχιλλέα, αλλά επιβεβαιώνει το μέγεθος του ήρωα που είχε ως συμμάχους ακόμη και τους θεούς. Ταυτόχρονα βέβαια με τον τρόπο αυτό μεγεθύνεται και η αξία του χαμένου αντιπάλου, του Έκτορα. Επιπλέον, η επέμβση της Αθηνάς δεν προξενεί έκπληξη, αν λάβει κανείς υπόψην τον ανθρωπομορφισμό των θεών που δικαιολογεί τέτοιου είδους συμπεριφορές, την προσωπική συμπάθεια της Αθηνάς για τον Αχιλλέα και την απουσία κώδικα ηθικής δεοντολογίας (απουσία αναστολών, κανόνων, διάκρισης καλού-κακού). Τέλος, η θεϊκή επέμβαση σε αυτό το σημείο αποτελεί επιβεβαίωση του γεγονότος ότι εδώ έχουμε ταύτιση της θεϊκής με την ανθρώπινη θέληση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου