1) Πρωτόκλιτα ἀσυναίρετα οὐσιαστικά.
Κλίνονται τὰ ἀρσενικὰ ποὺ λήγουν σὲ –ας ἤ –ης καὶ τὰ θηλυκὰ σὲ –α ἤ –η
α) παραδείγματα: ἀρσενικὰ σὲ –ας καὶ –ης
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ὁ νεανίας | οἱ νεανίαι |
| Γενική | τοῦ νεανίου | τῶν νεανιῶν |
| Δοτική | τῷ νεανίᾳ | τοῖς νεανίαις |
| Αἰτιατική | τὸν νεανίαν | τοὺς νεανίας |
| Κλητική | ὦ νεανία | ὦ νεανίαι |
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ὁ ποιητής | οἱ ποιηταί |
| Γενική | τοῦ ποιητοῦ | τῶν ποιητῶν |
| Δοτική | τῷ ποιητῇ | τοῖς ποιηταῖς |
| Αἰτιατική | τὸν ποιητήν | τοὺς ποιητάς |
| Κλητική | ὦ ποιητά | ὦ ποιηταί |
β) παραδείγματα θηλυκῶν σὲ –α (γεν. –ας)
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ἡ ἀλήθεια | αἱ ἀλήθειαι |
| Γενική | τῆς ἀληθείας | τῶν ἀληθειῶν |
| Δοτική | τῇ ἀληθείᾳ | ταῖς ἀληθείαις |
| Αἰτιατική | τὴν ἀλήθειαν | τὰς ἀληθείας |
| Κλητική | ὦ ἀλήθεια | ὦ ἀλήθειαι |
γ) παράδειγμα θηλυκοῦ σὲ –α (γεν. –ης)
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ἡ γλῶσσα | αἱ γλῶσσαι |
| Γενική | τῆς γλώσσης | τῶν γλωσσῶν |
| Δοτική | τῇ γλώσσῃ | ταῖς γλώσσαις |
| Αἰτιατική | τὴν γλῶσσαν | τὰς γλώσσας |
| Κλητική | ὦ γλῶσσα | ὦ γλῶσσαι |
δ) παράδειγμα θηλυκοῦ σὲ –η
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ἡ κώμη | αἱ κῶμαι |
| Γενική | τῆς κώμης | τῶν κωμῶν |
| Δοτική | τῇ κώμῃ | ταῖς κώμαις |
| Αἰτιατική | τὴν κώμην | τὰς κώμας |
| Κλητική | ὦ κώμη | ὦ κώμαι |
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1) τὸ α στὴν κατάληξη –ας (σὲ ὁποιαδήποτε πτώση) εἶναι πάντοτε μακρόχρονο
2) ἡ γενικὴ τοῦ πληθυντικοῦ τονίζεται στὴ λήγουσα καὶ παίρνει περισπωμένη
3) ἀπὸ τὰ πρωτόκλιτα ἀρσενικὰ σὲ –ης σχηματίζουν τὴν κλητικὴ τοῦ ἐνικοῦ σὲ –α καὶ ὄχι σὲ –η : α) τὰ ἐθνικά: ὦ Σκύθα, β) ὅσα λήγουν σὲ –της καὶ τὰ σύνθετα (μὲ β΄συνθετικὸ ῥήμα) σὲ -άρχης, -μέτρης, -πώλης, -τρίβης, -ώνης, κτλ.: ὦ στρατιῶτα, ὦ γυμνασιάρχα, ὦ τελῶνα
4) στὰ πρωτόκλιτα θηλυκὰ ποὺ λήγουν σὲ –α: ἄν πρὶν τὴν κατάληξη α ὑπάρχει σύμφωνο (ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ῥ), τὸ α λέγεται μὴ καθαρό, εἶναι κανονικὰ βραχύχρονο καὶ στὴ γενικὴ καὶ δοτικὴ τοῦ ἐνικοῦ τρέπεται σὲ –η: ἡ μοῦσα, τῆς μούσης, τῇ μούσῃ κτλ.
1) Δευτερόκλιτα ἀσυναίρετα οὐσιαστικά
Ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ σὲ –ος, οὐδέτερα σε –ον
Παραδείγματα:
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ὁ ἄνθρωπος | οἱ ἄνθρωποι |
| Γενική | τοῦ ἀνθρώπου | τῶν ἀνθρώπων |
| Δοτική | τῷ ἀνθρώπῳ | τοῖς ἀνθρώποις |
| Αἰτιατική | τὸν ἄνθρωπον | τοὺς ἀνθρώπους |
| Κλητική | ὦ ἄνθρωπε | ὦ ἄνθρωποι |
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | ἡ νῆσος | αἱ νῆσοι |
| Γενική | τῆς νήσου | τῶν νήσων |
| Δοτική | τῇ νήσῳ | ταὶς νήσοις |
| Αἰτιατική | τὴν νῆσον | τὰς νήσους |
| Κλητική | ὦ νῆσε | ὦ νῆσοι |
| | Ἐνικὸς ἀριθμός | Πληθυντικὸς ἀριθμός |
| Ὀνομαστική | τὸ μυστήριον | τὰ μυστήρια |
| Γενική | τοῦ μυστηρίου | τῶν μυστηρίων |
| Δοτική | τῷ μυστηρίῳ | τοῖς μυστηρίοις |
| Αἰτιατική | τὸ μυστήριον | τὰ μυστήρια |
| Κλητική | ὦ μυστήριον | ὦ μυστήρια |
Παρατηρήσεις:
Η κατάληξη α τῶν οὐδετέρων ὅλων γενικὰ τῶν πτωτικῶν εἶναι βραχύχρονη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου